Το φυτό στέβια και τα όσα το αφορούν, τα τελευταία χρόνια έχουν πάρει στη χώρα μας μεγάλη δημοσιότητα. Οι κυριότεροι λόγοι γι αυτό είναι τα προβλήματα των συμβατικών καλλιεργειών, η νέα ΚΑΠ, οι μεγάλες προσδοκίες που δημιουργούν στους παραγωγούς οι λεγόμενες νέες καλλιέργειες και οι παρενέργειες από φυσικές και συνθετικές γλυκαντικές ουσίες στη διατροφή του ανθρώπου.
Αυτό ανέφερε από το Βόλο, ο Πέτρος Λόλας, καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, στο πλαίσιο ημερίδας για την καλλιέργεια της στέβιας που διοργάνωσαν το Ινστιτούτο Ανάπτυξης Πηλίου σε συνεργασία με την Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία. Η στέβια, σύμφωνα με τον κ. Λόλα ήταν μία εντελώς άγνωστη καλλιέργεια στην Ελλάδα έως το 2005 όταν το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας άρχισε - και συνεχίζει και σήμερα - μία συστηματική έρευνα με πειράματα και αποδεικτικές καλλιέργειες σε όλη την Ελλάδα
Αντίθετα από τη στέβια, οι άλλες θεωρούμενες νέες καλλιέργειες αρωματικά-φαρμακευτικά φυτά, κινόα, ιπποφαές, γκότζι, αρώνια, μύρτιλο, κρανιά, κράταιγος, φραγκοστάφυλα, λαγοκέρασα, παυλώνια, κ.α.) δεν έχουν ή έχουν μελετηθεί ελάχιστα μέχρι σήμερα στην Ελλάδα.
Μέχρι σήμερα μόνο το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, σύμφωνα με τον ίδιο έχει κάνει περισσότερες από 60 αποδεικτικές καλλιέργειες στην Ελλάδα και 15 επιτόπου επισκέψεις για ενημέρωση-εκπαίδευση (Field Days) αγροτών και κάθε άλλου ενδιαφερόμενου για τη στέβια.
Στο πλαίσιο της νέας Κ.Α.Π., όπως είπε, υπάρχει επιτακτική ανάγκη για νέες καλλιέργειες. Η στέβια φαίνεται ότι ίσως είναι μια τέτοια καλλιέργεια.
Από την ανάλυση των στοιχείων κόστους ανά στρέμμα (450-700 ευρώ) διαπιστώνεται ότι οι δαπάνες παραγωγής σποροφύτων αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του κόστους παραγωγής. Η οικονομικότητα παραγωγής της στέβιας εξαρτάται και επηρεάζεται, σημείωσε ακόμα στην ίδια ημερίδα ο επιστήμονας, από πολλούς παράγοντες, όπως η μορφή παραγωγής (οικογενειακή ή επιχειρηματική), η απόδοση, η τιμή διάθεσης, η οργάνωση της παραγωγής (ελεύθερη ή συμβολαιακή), και ο τρόπος παραγωγής-μεταποίησης-διάθεσης (οριζόντια ή κάθετη).
Η στέβια μπορεί και επιβάλλεται, τόνισε, να αποτελέσει μία νέα δυναμική καλλιέργεια και για την Ελλάδα, όπως θα γίνει σε πολλές άλλες χώρες. Για να συμβεί αυτό πρέπει να συντρέξουν ορισμένες προϋποθέσεις.
Όχι ελεύθερη-ανεξέλεγκτη αλλά συντεταγμένη, ελεγχόμενη και συμβολαιακή παραγωγή μέσω ενός εθνικού φορέα στέβιας. Ο φορέας πρέπει να λειτουργεί σε εθνικό επίπεδο και διαχειρίζεται όλα τα θέματα που αφορούν την καλλιέργεια της στέβιας. Θα πρέπει επίσης να είναι ανοιχτός και να λειτουργεί με επιχειρηματικό καθεστώς, δηλαδή διανομή των κερδών, πληρωμή των ζημιών.
Ο φορέας αυτός θα πρέπει ακόμα να έχει κάθετη δομή οργάνωσης, δηλαδή όλη την ευθύνη από το χωράφι έως το ράφι.
Χωρίς να συντρέξουν οι παραπάνω προϋποθέσεις η καλλιέργεια της στέβιας θα είναι για την ελληνική γεωργία και την οικονομία άλλη μια χαμένη ευκαιρία, κατέληξε ο ίδιος.
Αυτό ανέφερε από το Βόλο, ο Πέτρος Λόλας, καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, στο πλαίσιο ημερίδας για την καλλιέργεια της στέβιας που διοργάνωσαν το Ινστιτούτο Ανάπτυξης Πηλίου σε συνεργασία με την Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία. Η στέβια, σύμφωνα με τον κ. Λόλα ήταν μία εντελώς άγνωστη καλλιέργεια στην Ελλάδα έως το 2005 όταν το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας άρχισε - και συνεχίζει και σήμερα - μία συστηματική έρευνα με πειράματα και αποδεικτικές καλλιέργειες σε όλη την Ελλάδα
Αντίθετα από τη στέβια, οι άλλες θεωρούμενες νέες καλλιέργειες αρωματικά-φαρμακευτικά φυτά, κινόα, ιπποφαές, γκότζι, αρώνια, μύρτιλο, κρανιά, κράταιγος, φραγκοστάφυλα, λαγοκέρασα, παυλώνια, κ.α.) δεν έχουν ή έχουν μελετηθεί ελάχιστα μέχρι σήμερα στην Ελλάδα.
Μέχρι σήμερα μόνο το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, σύμφωνα με τον ίδιο έχει κάνει περισσότερες από 60 αποδεικτικές καλλιέργειες στην Ελλάδα και 15 επιτόπου επισκέψεις για ενημέρωση-εκπαίδευση (Field Days) αγροτών και κάθε άλλου ενδιαφερόμενου για τη στέβια.
Στο πλαίσιο της νέας Κ.Α.Π., όπως είπε, υπάρχει επιτακτική ανάγκη για νέες καλλιέργειες. Η στέβια φαίνεται ότι ίσως είναι μια τέτοια καλλιέργεια.
Από την ανάλυση των στοιχείων κόστους ανά στρέμμα (450-700 ευρώ) διαπιστώνεται ότι οι δαπάνες παραγωγής σποροφύτων αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος του κόστους παραγωγής. Η οικονομικότητα παραγωγής της στέβιας εξαρτάται και επηρεάζεται, σημείωσε ακόμα στην ίδια ημερίδα ο επιστήμονας, από πολλούς παράγοντες, όπως η μορφή παραγωγής (οικογενειακή ή επιχειρηματική), η απόδοση, η τιμή διάθεσης, η οργάνωση της παραγωγής (ελεύθερη ή συμβολαιακή), και ο τρόπος παραγωγής-μεταποίησης-διάθεσης (οριζόντια ή κάθετη).
Η στέβια μπορεί και επιβάλλεται, τόνισε, να αποτελέσει μία νέα δυναμική καλλιέργεια και για την Ελλάδα, όπως θα γίνει σε πολλές άλλες χώρες. Για να συμβεί αυτό πρέπει να συντρέξουν ορισμένες προϋποθέσεις.
Όχι ελεύθερη-ανεξέλεγκτη αλλά συντεταγμένη, ελεγχόμενη και συμβολαιακή παραγωγή μέσω ενός εθνικού φορέα στέβιας. Ο φορέας πρέπει να λειτουργεί σε εθνικό επίπεδο και διαχειρίζεται όλα τα θέματα που αφορούν την καλλιέργεια της στέβιας. Θα πρέπει επίσης να είναι ανοιχτός και να λειτουργεί με επιχειρηματικό καθεστώς, δηλαδή διανομή των κερδών, πληρωμή των ζημιών.
Ο φορέας αυτός θα πρέπει ακόμα να έχει κάθετη δομή οργάνωσης, δηλαδή όλη την ευθύνη από το χωράφι έως το ράφι.
Χωρίς να συντρέξουν οι παραπάνω προϋποθέσεις η καλλιέργεια της στέβιας θα είναι για την ελληνική γεωργία και την οικονομία άλλη μια χαμένη ευκαιρία, κατέληξε ο ίδιος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου