Να πατήσει… γκάζι προσπαθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση
σε ό,τι αφορά στην παραγωγή βιοκαυσίμων 2ης γενιάς, ώστε έως το 2020 να έχει
δημιουργήσει τις προϋποθέσεις μιας συγκροτημένης αγοράς, που θα μπορεί να
συνεισφέρει το 14% στο σύνολο του μείγματος της βιοενέργειας της ευρωπαϊκής
ηπείρου.
Σχετικά
στοιχεία και εκτιμήσεις διατυπώθηκαν στο πλαίσιο διεθνούς διημερίδας για τα
βιοκαύσιμα στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, με κεντρικό τίτλο «Bio4SuD», που
διοργανώθηκε στο Εθνικό Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογίας, στις αρχές της
εβδομάδας, από τους Έλληνες κοινοτικούς αξιωματούχους Κυριάκο Μανιάτη και
Καλλιόπη Πανούτσου.
Καμία
επίπτωση για τα τρόφιμα
Μάλιστα στην εισήγησή του ο κ. Μανιάτης,
γενικός διευθυντής στη Γ. Δ. Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιχείρησε να
διαλύσει τους φόβους που «εσφαλμένα διατυπώνονται» από κάποιους ότι η αγορά
βιοκαυσίμων αναπτύσσεται σε βάρος της παραγωγής τροφίμων. «Ας είμαστε σοβαροί.
Στην Ευρώπη μόνο το 2% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων χρησιμοποιούνται για την
παραγωγή βιομάζας, με προορισμό τα βιοκαύσιμα. Ως εκ τούτου, προκύπτει ελάχιστη
επίπτωση στις τιμές των τροφίμων», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Μανιάτης για να
συμπληρώσει επεξηγηματικά πως «η έμφαση δίδεται στην καλλιέργεια ενεργειακών
φυτών όπως ο γλυκός σόργος, η αγριαγκινάρα, αλλά και φυτών όπως στάρι, καλαμπόκι
και γενικά λινοκυτταρινούχων ενώσεων, προκειμένου να προκύπτουν περισσότερα
υπολείμματα βιομάζας για την παραγωγή βιοκαυσίμων».
Υπό
την έννοια αυτή, ο Έλληνας κοινοτικός αξιωματούχος εξέφρασε την εκτίμηση ότι οι
αγρότες είναι οι μόνοι που θα κερδίσουν από τις εξελίξεις στο χώρο των
βιοκαυσίμων. «Μέχρι στιγμής, κατά την προσωπική μου γνώμη, ο γίγαντας που
κοιμόταν ήταν οι αγρότες και η αγροτική πολιτική που ασκούνταν. Τώρα τελευταία,
η νέα πρόταση που έχει κατατεθεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση δίνει μεγαλύτερη σημασία
στο να κατευθυνθούν οι αγρότες σε άλλες καλλιέργειες, γιατί όχι μόνο στην Ελλάδα
αλλά σε όλη την Ευρώπη έχουμε υπερπαραγωγή τροφίμων και πολλοί αγρότες αφήνουν
τα χωράφια τους, γιατί δεν ξέρουν τι να τα κάνουν» είπε.
Λίγο
αργότερα στο ίδιο βήμα η κυρία Πανούτσου, αντιπρόεδρος της ομάδας δράσης για τη
βιομάζα της European Biofuels Platforma, πρόσθετε πως στην Ελλάδα ειδικά, μεταξύ
των πρώτων υλών που ενδείκνυνται για την παραγωγή βιομάζας για βιοκαύσιμα είναι
και τα κλαδοδέματα αμπελιών, ελιών ή άλλων δένδρων, τα άχυρα, ο μίσχανθος, ο
ευκάλυπτος και άλλα.
Η
ίδια παρουσίασε, επίσης, στοιχεία για τη συγκεκριμένη αγορά, βάσει των οποίων το
2010 η παραγωγή υγρών βιοκαυσίμων ανήλθε στα 12 εκ. τόνους, εκ των οποίων 9,6
εκατ. τόνοι ήταν το βιοντήζελ και τα 2,3 εκατ. τόνοι η βιοαιθανόλη. Όσον αφορά
στον κύκλο εργασιών των βιοκαυσίμων, η κυρία Πανούτσου ανέφερε ότι το 2009 ήταν
κατ’ εκτίμηση στα επίπεδα των 6 δισ. ευρώ και πως απασχολούσε ο κλάδος περί τα
150.000 άτομα.
Επικαλούμενη,
εξάλλου, ευρήματα έρευνας του Bloomberg New Energy Finance, για τις προοπτικές
της βιοαιθανόλης 2ης γενιάς, βασισμένης σε βιομάζα από πρώτες ύλες συνολικού
όγκου 227 εκ. τόνων, ανέφερε ότι αυτοί οι όγκοι μπορούν να μετατραπούν σε 76
δισ. λίτρα αιθανόλης, τα οποία αντιστοιχούν στο 10% των τρεχουσών ενεργειακών
αναγκών στις μεταφορές και θα μπορούσε να επιφέρει εξοικονόμηση από τις
εισαγωγές βενζίνης στην Ε. Ε., ισοδύναμης αξίας 26 δισ. ευρώ, έως το 2020.
«Αυτό
είναι μια εκτίμηση και όχι πρόβλεψη», έσπευσε να ξεκαθαρίσει πάντως, η κυρία
Πανούτσου, για να συνεχίσει ότι βάσει της μελέτης αυτό το επίπεδο παραγωγής θα
απαιτούσε τη δημιουργία 788 βιοδιυλιστηρίων, με μια μέση δυναμικότητα 114 εκ.
λίτρων το καθένα και θα απαιτούσε συνολικά μια επένδυση της τάξης των 74 δισ.
ευρώ.
Σε
ρεαλιστικό επίπεδο, ωστόσο, ο πήχυς είναι σαφώς πιο χαμηλά. Αυτό που προκύπτει
ως πραγματικό γεγονός στην παρούσα φάση είναι ότι ο τομέας των αερομεταφορών
φαίνεται να έχει ένα προβάδισμα τόσο για την υιοθέτηση των βιοκαυσίμων 2ης
γενιάς, όσο και για τη δημιουργία της απαραίτητης υποδομής παραγωγής τους.
«Στόχος
είναι μέχρι το 2020 η παραγωγή 2.000 τόνων βιοκαυσίμων για τις αερομεταφορές,
καθώς και η δημιουργία εννέα βιοδιυλιστηρίων» αποκάλυψε ο κ. Μανιάτης,
προσθέτοντας πως ήδη η British Airways, σε συνεργασία με την αμερικανική Solena
Fuels, προωθεί τη δημιουργία, στην περιφέρεια του Λονδίνου, μίας μονάδας
παραγωγής βιοκαυσίμων από απορρίμματα. Το έργο θα αρχίσει το 2013 και θα έχει
δυναμικότητα 40.000 τόνων, ενώ στην ίδια κατεύθυνση κινούνται η Lufthansa και η
Air France.
Επίσης
βάρος στα βιοκαύσιμα δίνει η βιομηχανία επεξεργασίας ξύλου, η UPM, μέσω της
βιώσιμης διαχείρισης του δασικού πλούτου, καθώς διαβλέπει τη μειούμενη χρήση του
χαρτιού σε έντυπο υλικό και την αυξημένη ζήτηση για βιοκαύσιμα.
ΚΑΙ
3η ΓΕΝΙΑ ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΩΝ
Όσο όμως η παραγωγή βιοκαυσίμων 2ης γενιάς
προσπαθεί να σταθεί στα πόδια της, ήδη προχωράει η έρευνα για την παραγωγή των
βιοκαυσίμων 3ης γενιάς, από άλγη, ένα είδος φυκιού που αναπτύσσεται σε αλμυρό,
γλυκό ή ακόμη και μολυσμένο νερό. Η Γ.Δ. Ενέργειας υποστηρίζει τρία ερευνητικά
προγράμματα που στηρίζονται στην άλγη ή, στις άλγες, ενώ στη διάρκεια του
συνεδρίου «Bio4SuD» παρουσιάστηκαν τα αποτελέσματα της έρευνας των καθηγητών Κ.
Κυπαρισσίδη και Κ. Χατζηδούκα με θέμα τις προοπτικές παραγωγής βιοκαυσίμων από
μικροάλγη.
Ιδιαίτερη
μνεία έγινε ακόμη στην προσπάθεια του ΕΚΕΤΑ για την παραγωγή βιοντίζελ από
τηγανέλαιο, το οποίο μάλιστα χρησιμοποιείται στην κίνηση ενός τυπικού
απορριμματοφόρου του δήμου Θεσσαλονίκης, κι είναι συμφέρον στην κατανάλωση και
ικανοποιητικό ως απόδοση.
Στο
συνέδριο μετείχε τέλος και η κυρία Μύριελ Ντεσεγκέ, η διευθύντρια τεχνολογιών
της Τoyota, η οποία τόνισε ότι η αυτοκινητοβιομηχανία δεν περιορίζεται στα
υβριδικά οχήματα που συνδυάζουν ηλεκτροκίνηση με κινητήρες βενζίνης, αλλά ότι
επενδύει, επίσης, στην έρευνα όλων των συμβατών βιοκαυσίμων.
Στη
χρηματοδότηση κολλάει το σίδερο
Το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για
την παραγωγή βιοκαυσίμων υπάρχει και προβλέπει τη δαπάνη ενός ποσού της τάξεως
των 9 δισ. ευρώ για την ανάπτυξη επενδύσεων στον πολλά υποσχόμενο τομέα των
βιοκαυσίμων 2ης γενιάς, μέσα από τις οποίες αναμένεται τελικώς να δημιουργηθούν
περίπου 200.000 νέες θέσεις εργασίας.
Μια τέτοια εξέλιξη προσδοκάται ότι θα
δώσει και μια ακόμη εναλλακτική επιλογή για αύξηση του εισοδήματος των αγροτών,
μηδέ εξαιρουμένων και των Ελλήνων, αφού τουλάχιστον στο επίπεδο της έρευνας στο
χώρο των βιοκαυσίμων, η χώρα μας συμβαδίζει με τις εξελίξεις στην Ευρώπη.
Βασική
προϋπόθεση για να επιτευχθούν οι στόχοι αυτοί, είναι να βρεθεί λύση στο πρόβλημα
της χρηματοδότησης, καθώς το τραπεζικό σύστημα φαίνεται ότι διστάζει να ανοίξει
το… πουγκί, όσο οι φιλόδοξοι επενδυτές δεν μπορούν να δώσουν πειστικές
απαντήσεις στο ερώτημα: «Ποιος θα αγοράσει το προϊόν που θα παράγουν;».
Παρά
τα χρηματοδοτικά εμπόδια που ανακύπτουν, πάντως, υπάρχουν ήδη κάποιες
προχωρημένες επενδυτικές πρωτοβουλίες, όπως της Kemptex Italia, η οποία χτίζει
μια μονάδα βιοκαυσίμων 2ης γενιάς με δυναμικότητα 60.000 τόνων και
διαπραγματεύεται μια δεύτερη 80.000 τόνων, καθώς την παραγωγή της έχει
συμφωνήσει να την πουλήσει στη Shell. Στην ίδια λογική, ωστόσο, κινούνται κι
άλλα επιχειρηματικά σχήματα, τουλάχιστον 50 σε όλη την Ευρώπη, τα οποία θέλουν
να επενδύσουν συνολικά περί τα 6 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 4 δισ. ευρώ
προτίθενται να τα διαθέσουν οι ίδιοι και αναζητούν δημόσια συμμετοχή για τα
υπόλοιπα 2 δισ. Ευρώ.
Επιμέλεια:
Λιάμης Λεωνίδας
http://www.agronews.gr/