Αναζήτηση Αναρτήσεων

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΚΤΡΟΠΗ ΑΧΕΛΩΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΕΚΤΡΟΠΗ ΑΧΕΛΩΟΥ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 8 Μαρτίου 2010

ΘΕΣΣΑΛΙΑ: Ξεσηκωμός για τον Αχελώο

Σύσσωμοι βουλευτές, αυτοδιοικητικοί και φορείς ζητούν συνάντηση με τον πρωθυπουργό και ξεκάθαρες απαντήσεις για το μέλλον του έργου
ΘΕΣΣΑΛΙΑ: Ξεσηκωμός για τον Αχελώο

Επί ποδός πολέμου για την συνέχιση των έργων μερικής εκτροπής του άνω ρου του Αχελώου, οι φορείς της Θεσσαλίας. Βουλευτές, νομάρχες, δήμαρχοι, εκπρόσωποι φορέων και μέλη της ΠΑΣΕ μετά από πολύωρη ευρεία σύσκεψη, χθες στη Λάρισα, ζήτησαν από την κυβέρνηση να πάρει καθαρή θέση υπέρ του έργου.
Επόμενο βήμα τους η συνάντηση με τον πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου, με το νομάρχη Λάρισας Λ. Κατσαρό να ζητεί γραπτώς τη δέσμευση των φορέων της Θεσσαλίας ότι θα προχωρήσουν σε κοινή κάθοδο στην Αθήνα.
«Η συνέχιση των εργασιών στον Αχελώο δεν είναι ζήτημα κάποιας πολιτικής επιλογής. Για τη Θεσσαλία, είναι ζήτημα ζωής, είναι ζήτημα περιβαλλοντικό, είναι ζήτημα κλιματικό. Εάν αυτό δεν γίνει, τα επόμενα χρόνια η ζωή στο Θεσσαλικό διαμέρισμα θα είναι κόλαση, αφού οι ειδικοί προβλέπουν άνοδο της μέσης θερμοκρασίας από 5 μέχρι και 10 βαθμούς», ήταν ο κοινός παρονομαστής των τοποθετήσεων που έγιναν.
Στήριξη του έργου πέρα από κομματικές γραμμές, εξέφρασαν όλοι σχεδόν οι βουλευτές της Θεσσαλίας. «Η Θεσσαλία είναι απόλυτα ενωμένη για ένα ζήτημα που σχετίζεται - κυριολεκτικά- με την επιβίωση της, τόσο από οικονομικής όσο και από περιβαλλοντικής και κλιματικής πλευράς» επισημάνθηκε.
«Ήταν μια σημαντική συνάντηση. Υπάρχει ομοθυμία όλων των Θεσσαλών για την ολοκλήρωση του έργου, εάν δεν θέλουμε να οδηγηθούμε στην ερημοποίηση της Θεσσαλίας. Με κοινές υπογραφές βουλευτών και νομαρχών, ζητούμε την άμεση συνάντηση με τον πρωθυπουργό για τη συνέχιση των εργασιών, ξεπερνώντας τα όποια προβλήματα. Οι Θεσσαλοί, ενωμένοι, ζητούμε εδώ και τώρα την ολοκλήρωση του έργου», ανέφερε ο νομάρχης Καρδίτσας Φ. Αλεξάκος.
«Πρόκειται για ένα έργο εθνικό, έργο ζωής. Θα ζητήσουμε συνάντηση με τον πρωθυπουργό, η απόφαση του οποίου θα είναι καθοριστική για τη συνέχιση του έργου. Αυτό είναι το κλειδί της υπόθεσης. Ένα τέτοιο έργο δεν μπορεί παρά να συνεχιστεί και να στηριχθεί αφού έχει φτάσει μέχρι σήμερα στο 80% της υλοποίησης του. Είναι έργο υδρευτικό, οικολογικό, ενεργειακό, με «πράσινη» μάλιστα ενέργεια από το οποίο οι Θεσσαλοί πρέπει να ζήσουν. Αλλιώς, θα οδηγηθούμε σε μαρασμό», επισήμανε ο Νομάρχης Λάρισας Λ. Κατσαρός.
Ο Απ. Παπατόλιας
«Υπάρχει συναίνεση και όλοι είμαστε αποφασισμένοι να συνεχιστεί το έργο. Ο αγώνας είναι στα δικά μα ς χέρια» δήλωσε ο νομάρχης Μαγνησίας Απ. Παπατόλιας.
Επέμενε στην διαμόρφωση ενός συγκεκριμένου σχεδίου διάσωσης του έργου, το οποίο δεν θα αρκείται σε γενικόλογες διακηρύξεις, ενώ πρότεινε να συνεδριάσει το Περιφερειακό Συμβούλιο η απόφαση του οποίου για συνέχιση του έργου θα ενισχύσει τις διεκδικήσεις κατά τη συνάντηση που προγραμματίζεται με τον πρωθυπουργό.
Ο Απ. Παπατόλιας, τόνισε την ανάγκη επικαιροποίησης των επιχειρημάτων και της πολιτικής των Θεσσαλών για την συνέχιση του έργου και υπογράμμισε ότι ο πυρήνας της επιχειρηματολογίας πρέπει να στηριχτεί στον περιβαλλοντικό χαρακτήρα του έργου, και γι’ αυτό το θέμα να ζητηθεί η καθαρή πολιτική στήριξη του πρωθυπουργού της χώρας.
Μίλησε για την κατάρτιση πλάνου ενεργειών το οποίο θα ξεκινά από την ανάθεση των Διαχειριστικών Σχεδίων και που θα έχει ως ενδιάμεσο στάδιο την αίτηση ανάκλησης στο ΣτΕ. Η ανάκληση μπορεί να γίνει όχι με το πέρας, των Διαχειριστικών Σχεδίων, αλλά με την έναρξη εκπόνησης των Διαχειριστικών Σχεδίων, αξιοποιώντας το Νόμο Σουφλιά, για τον οποίο παρά τις ενστάσεις μας, εκτιμούμε ότι μπορεί να αξιοποιηθεί ως το υπόβαθρο για την εκπόνηση των Διαχειριστικών Σχεδίων. Έτσι θα κερδηθεί το κρίσιμο χρονικό διάστημα των έξι μηνών που απαιτείται για την κοινωνική διαβούλευση.
«Η σύμπλευση των εκπροσώπων μας στο Κοινοβούλιο με τους τοπικούς φορείς θα πρέπει να εκφραστεί σε ένα συνολικό σχέδιο διάσωσης του έργου, το οποίο δεν θα αρκείται σε γενικόλογες διακηρύξεις αλλά θα μπαίνει πλέον σε πολύ συγκεκριμένα βήματα» είπε και συμπλήρωσε «μέσα σε αυτά τα βήματα τα οποία θα ακολουθήσουμε στην κατεύθυνση σωτηρίας του έργου, θα πρέπει ακόμη να προσθέσουμε και την άσκηση συστηματικής πίεσης για τη θέσπιση του Περιφερειακού Συμβουλίου Υδάτων, το οποίο παράλληλα με την ΠΑΣΕ, είναι εκείνο το θεσμικό όργανο που θα αναλάβει τη διαβούλευση ώστε να προχωρήσει γρήγορα η εκπόνηση των Διαχειριστικών Σχεδίων».
Στη χθεσινή σύσκεψη συμμετείχαν: Οι βουλευτές Νικ. Λέγκας, Εκτ. Νασιώκας, Κων. Τσιάρας, Νικ. Σαλαγιάννης, Χρ. Μαγκούφης, Σούλα Μερεντίτη, Μαρία Θεοχάρη και Αστ. Ροντούλης, οι νομάρχες Καρδίτσας, Λάρισας, Μαγνησίας οι δήμαρχοι Λαρισαίων Κων. Τζανακούλης, Τρικκαίων Μιχ. Ταμήλος, Μουζακίου Γ. Κωτσός, οι πρώην νομάρχες κ. Βασ. Αναγνωστόπουλος και Ι. Πρίντζος, ο πρώην δήμαρχος Τρικκαίων Παπαστεργίου αντινομάρχες, οι Πρόεδροι της ΕΑΣ Λάρισας Αθαν. Κοκκινούλης, του ΓΕΩΤΕΕ Κων. Σκόρδας, του ΤΟΕΒ Πηνειού Γ. Λαδόπουλος, και του ΤΕΕ Μαγνησίας Σ. Αναγνώστου.
Τηλεγραφήματα -στήριξης για τη συνέχιση του έργου απέστειλαν οι βουλευτές Έξαρχος, Ζώης, Χαρακόπουλος, Νάκος, Καρτάλης, Χάιδος, Ρόβλιας, Χατζηγάκης, Ταλιαδούρος, Σκυλλάκος και ο Πρόεδρος του ΤΕΕ Κ.Δ Θεσσαλίας Ντ. Διαμάντος.

Σάββατο 17 Οκτωβρίου 2009

Σ.τ.Ε.:ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ

Υποβολή προδικαστικού ερωτήματος στο Δ.Ε.Κ. σχετικά με τη συμβατότητα προς το κοινοτικό δίκαιο εθνικών ρυθμίσεων με τις οποίες επετράπη η συνέχιση των έργων εκτροπής του ποταμού Αχελώου στη Θεσσαλία.
Με την Σ.τ.Ε. 3054/2009 (Ολομ.) κρίθηκε ότι αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη και προσβάλλεται παραδεκτώς έγγραφο με το οποίο η Διοίκηση κάλεσε τον ανάδοχο του έργου εκτροπής των υδάτων του ποταμού Αχελώου προς την Θεσσαλία να προβεί στην έναρξη και συνέχιση των εργασιών που είχαν διακοπεί μετά την 1186/2006 ακυρωτική απόφαση της Ολομέλειας του Σ.τ.Ε. Περαιτέρω, υποβλήθηκαν στο Δ.Ε.Κ. προδικαστικά ερωτήματα σχετικά με τη συμβατότητα προς κοινοτικές οδηγίες εθνικών ρυθμίσεων, με τις οποίες επετράπη η συνέχιση του έργου.
Ειδικότερα, η Ολομέλεια έκρινε ότι οι ρυθμίσεις των άρθρων 9 και 13 του ν. 3481/2006 με τις οποίες, για την κάλυψη αναγκών ύδρευσης, άρδευσης και παραγωγής ενέργειας, μεταφέρονται ποσότητες ύδατος από τον ποταμό Αχελώο στον ποταμό Πηνειό, οι οποίοι ανήκουν σε διαφορετικές Περιοχές Λεκάνης Απορροής Ποταμού (ΠΛΑΠ), δηλαδή στις ΠΛΑΠ της Δυτικής Στερεάς και Ηπείρου, ο Αχελώος και της Θεσσαλίας, ο Πηνειός, χωρίς προηγουμένως να έχουν εκπονηθεί τα σχέδια αυτών των ΠΛΑΠ και χωρίς να έχει τηρηθεί η προβλεπόμενη στην οδηγία διαδικασία διαβουλεύσεως, αντίκεινται στην οδηγία 2000/60/ΕΚ η οποία ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο. Επειδή, όμως οι ανωτέρω κρίσεις του Δικαστηρίου δεν ήταν απαλλαγμένες αμφιβολιών ως προς την έννοια των κρισίμων διατάξεων της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, η Ολομέλεια αποφάσισε να διατυπωθούν προς το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τα εξής προδικαστικά ερωτήματα: 1) «Με την διάταξη του άρθρου 13 παράγραφος 6 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ τίθεται απλώς ένα απώτατο χρονικό όριο (22.12.2009) για την κατάρτιση των σχεδίων διαχείρισης υδάτινων πόρων ή θεσπίζεται μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία ειδική προθεσμία μεταφοράς των σχετικών διατάξεων των άρθρων 3, 4, 5, 6, 9, 13 και 15 της ως άνω οδηγίας;».
Σε περίπτωση που το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κρίνει ότι με την ως άνω διάταξη της οδηγίας τίθεται απλώς ένα απώτατο χρονικό όριο για την κατάρτιση των σχεδίων διαχείρισης υδάτινων πόρων, πρέπει περαιτέρω να υποβληθεί το εξής προδικαστικό ερώτημα: 2) «Εθνική ρύθμιση, με την οποία επιτρέπεται η μεταφορά ύδατος από συγκεκριμένη Λεκάνη Απορροής Ποταμού (ΛΑΠ) σε άλλη ΛΑΠ, χωρίς να έχουν ακόμη εκπονηθεί τα σχέδια των Περιοχών Λεκάνης Απορροής Ποταμού (ΠΛΑΠ) εντός των οποίων βρίσκονται οι ΛΑΠ από και προς τις οποίες θα γίνει μεταφορά ύδατος, είναι σύμφωνη με τις διατάξεις των άρθρων 2, 3, 4, 5, 6, 9, 13 και 15 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, δεδομένου μάλιστα ότι σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 15 της ως άνω οδηγίας βασική μονάδα διαχείρισης της ΛΑΠ είναι η ΠΛΑΠ στην οποία ανήκει;».
Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στην προηγούμενη ερώτηση, πρέπει περαιτέρω να υποβληθεί το εξής προδικαστικό ερώτημα: 3) «Κατά την έννοια των άρθρων 2, 3, 4, 5, 6, 9, 13 και 15 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ επιτρέπεται η μεταφορά ύδατος από μια ΠΛΑΠ σε γειτονική ΠΛΑΠ; Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως, ο σκοπός αυτής της μεταφοράς μπορεί να είναι μόνο η κάλυψη αναγκών ύδρευσης ή μπορεί επίσης να εξυπηρετούνται η άρδευση και η παραγωγή ενέργειας;
Σε κάθε περίπτωση απαιτείται κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων της οδηγίας, να έχει κριθεί αιτιολογημένα από τη Διοίκηση και επί τη βάσει της αναγκαίας επιστημονικής μελέτης, ότι η ΠΛΑΠ υποδοχής αδυνατεί να καλύψει τις ανάγκες που έχει για ύδρευση, άρδευση κ.λπ. με τους δικούς της υδάτινους πόρους;».
Σε περίπτωση που το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κρίνει ως προς το ερώτημα υπό στοιχείο 1) ότι με την διάταξη του άρθρου 13 παράγραφος 6 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ δεν τίθεται απλώς ένα απώτατο χρονικό όριο (22.12.2009) για την κατάρτιση των σχεδίων διαχείρισης υδάτινων πόρων αλλά θεσπίζεται ειδική προθεσμία μεταφοράς των σχετικών διατάξεων των άρθρων 3, 4, 5, 6, 9, 13 και 15 της εν λόγω οδηγίας, πρέπει περαιτέρω να υποβληθεί το εξής προδικαστικό ερώτημα: 4) «Εθνική ρύθμιση, θεσπιζόμενη εντός της ανωτέρω ειδικής προθεσμίας μεταφοράς, με την οποία επιτρέπεται η μεταφορά ύδατος από συγκεκριμένη ΛΑΠ σε άλλη ΛΑΠ, χωρίς να έχουν ακόμη εκπονηθεί τα σχέδια των ΠΛΑΠ εντός των οποίων βρίσκονται οι ΛΑΠ από και προς τις οποίες θα γίνει μεταφορά ύδατος, θέτει άνευ ετέρου σε κίνδυνο το χρήσιμο αποτέλεσμα της εν λόγω οδηγίας ή πρέπει για να εκτιμηθεί το ζήτημα αν τίθεται σε κίνδυνο το χρήσιμο αποτέλεσμα της οδηγίας να ληφθούν υπ’ όψη κριτήρια όπως η κλίμακα των προβλεπομένων επεμβάσεων και οι σκοποί της μεταφοράς ύδατος;».
Τέλος, πρέπει να υποβληθεί το εξής προδικαστικό ερώτημα: 5) «Νομοθετική ρύθμιση, η οποία θεσπίζεται από εθνικό κοινοβούλιο και με την οποία εγκρίνονται σχέδια διαχείρισης ΛΑΠ χωρίς να προβλέπεται, από τους κρίσιμους εθνικούς κανόνες, στάδιο διαβουλεύσεως με το κοινό στη διαδικασία ενώπιον του εθνικού κοινοβουλίου και χωρίς να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ότι τηρήθηκε η προβλεπόμενη στην οδηγία διαδικασία διαβουλεύσεως ενώπιον της Διοικήσεως, είναι σύμφωνη με τις ρυθμίσεις των άρθρων 13, 14 και 15 της οδηγίας 2000/60/ΕΚ που αφορούν στις διαδικασίες ενημέρωσης, διαβούλευσης και συμμετοχής του κοινού;».
Περαιτέρω, προκειμένου να κριθεί εάν η προσβαλλόμενη πράξη είναι ακυρωτέα διότι δεν ακολουθήθηκαν οι απαιτούμενες από την οδηγία 85/337/ΕΟΚ διατυπώσεις δημοσιότητας και ενημέρωσης του κοινού και των αρχών, το Σ.τ.Ε. έκρινε ότι πρέπει να διατυπωθεί προς το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το εξής προδικαστικό ερώτημα: «Κατά την έννοια της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ, ΜΠΕ που αφορά την κατασκευή φραγμάτων και την μεταφορά ύδατος και που εισήχθη προς έγκριση ενώπιον του εθνικού κοινοβουλίου μετά από την δικαστική ακύρωση της πράξεως με την οποία είχε ήδη εγκριθεί και για την οποία είχε ήδη τηρηθεί η διαδικασία δημοσιότητας, χωρίς να τηρηθεί εκ νέου η διαδικασία αυτή, καλύπτει τις απαιτήσεις των διατάξεων των άρθρων 1, 2, 5, 6, 8 και 9 της ως άνω οδηγίας για ενημέρωση και συμμετοχή του κοινού;» Εξ άλλου, προκειμένου να κριθεί εάν η προσβαλλόμενη πράξη είναι ακυρωτέα διότι παρότι πρόκειται για σχέδιο και έργο που αφορά τους τομείς της γεωργίας, ενέργειας και διαχείρισης υδάτινων πόρων, και θίγει περιοχές που περιλαμβάνονται στο δίκτυο Natura (Ασπροπόταμος, Κοιλάδα Αχελώου, Λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου-Αιτωλικού κ.λπ.), δεν προηγήθηκε της νομοθετικής εγκρίσεώς του η στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση των επιπτώσεών του, η Ολομέλεια αποφάσισε να διατυπωθούν προς το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τα εξής προδικαστικά ερωτήματα: 1) «Εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/42/ΕΚ σχέδιο εκτροπής ποταμού το οποίο α) αφορά την κατασκευή φραγμάτων και τη μεταφορά ύδατος από μια ΠΛΑΠ σε άλλη, β) εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, γ) αφορά σε έργα της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ και δ) ενδέχεται να έχει περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε περιοχές της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ;». Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα, πρέπει περαιτέρω να υποβληθεί το εξής προδικαστικό ερώτημα: 2) «Κατά την έννοια του άρθρου 13 παρ. 1 της οδηγίας 2001/42/ΕΚ, μπορούν να θεωρηθούν ως τυπικές προπαρασκευαστικές πράξεις που εκδόθηκαν πριν από τις 21 Ιουλίου του 2004, έτσι ώστε να μην υφίσταται υποχρέωση για εκπόνηση μελέτης στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης, πράξεις που αφορούσαν το επίδικο έργο και έχουν ακυρωθεί αναδρομικώς με δικαστικές αποφάσεις;».
Σε περίπτωση αρνητικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα, πρέπει περαιτέρω να υποβληθεί το εξής προδικαστικό ερώτημα: 3) «Κατά την έννοια του άρθρου 11 παρ. 2 της οδηγίας 2001/42/ΕΚ, ερμηνευομένη υπό το φως των σκοπών της, όπως αυτοί διατυπώνονται στο προοίμιό της, σε περίπτωση που ένα σχέδιο εμπίπτει ταυτόχρονα στο πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας, καθώς και σε αυτό των οδηγιών 2000/60/ΕΚ και 85/337/ΕΚ που επίσης απαιτούν την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου, αρκούν για την τήρηση των απαιτήσεων της οδηγίας 2001/42/ΕΚ οι μελέτες που έχουν εκπονηθεί με βάση τα οριζόμενα στις οδηγίες 2000/60/ΕΚ και 85/337/ΕΚ, ή πρέπει να εκπονηθεί αυτοτελής μελέτη στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης;».
Τέλος, προκειμένου να κριθεί εάν η προσβαλλόμενη πράξη είναι ακυρωτέα διότι με αυτήν εγκρίθηκε η κατασκευή έργων που απειλούν την ακεραιότητα προστατευόμενων περιοχών που έχουν χαρακτηρισθεί ως Τόποι Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ) και ως Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) κατά παράβαση των οδηγιών 79/409/ΕΟΚ και 92/43/ΕΟΚ, το Σ.τ.Ε. έκρινε ότι πρέπει να διατυπωθούν προς το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τα εξής προδικαστικά ερωτήματα: 1) «Κατά την έννοια των άρθρων 3, 4 και 6 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, οι περιοχές που περιλαμβάνονταν στους εθνικούς καταλόγους των τόπων κοινοτικής σημασίας (ΤΚΣ) και, τελικώς, συμπεριελήφθησαν στον κοινοτικό κατάλογο των ΤΚΣ, καταλαμβάνονταν από την προστασία της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, πριν από το χρόνο δημοσιεύσεως της 2006/613/ΕΚ απόφασης της Επιτροπής της 19ης Ιουλίου 2006, με την οποία εγκρίθηκε ο κατάλογος των προστατευόμενων ΤΚΣ για τη μεσογειακή βιογεωγραφική περιοχή;», 2) «Είναι δυνατόν, κατά την έννοια των άρθρων 3, 4 και 6 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, οι αρμόδιες εθνικές αρχές να παράσχουν άδεια για την υλοποίηση ενός σχεδίου εκτροπής ύδατος μη άμεσα συνδεόμενου ή αναγκαίου για τη διατήρηση μιας περιοχής που εντάσσεται σε μία Ζώνη Ειδικής Προστασίας, όταν σε όλες τις μελέτες που περιλαμβάνονται στο φάκελο του έργου αυτού διαπιστώνεται η παντελής έλλειψη στοιχείων ή απουσία αξιόπιστων και επικαιροποιημένων δεδομένων για την ορνιθοπανίδα της περιοχής αυτής;», 3) «Κατά την έννοια των άρθρων 3, 4 και 6 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, λόγοι κυρίως αρδευτικοί και δευτερευόντως υδρευτικοί για τους οποίους επιχειρείται ένα σχέδιο εκτροπής ύδατος, μπορούν να αποτελέσουν το επιτακτικό δημόσιο συμφέρον που απαιτεί η οδηγία προκειμένου να επιτραπεί η διενέργεια του σχεδίου αυτού παρ’ όλες τις αρνητικές επιπτώσεις του στις προστατευόμενες από την ως άνω οδηγία περιοχές;».
Σε περίπτωση καταφατικής απαντήσεως στο προηγούμενο ερώτημα, πρέπει περαιτέρω να υποβληθεί το εξής προδικαστικό ερώτημα: 4) «Για τον καθορισμό της επάρκειας των αντισταθμιστικών μέτρων που είναι αναγκαία προκειμένου να εξασφαλισθεί η προστασία της συνολικής συνοχής μιας περιοχής Natura 2000, η οποία βλάπτεται από ένα σχέδιο εκτροπής ύδατος, είναι, κατά την έννοια των άρθρων 3, 4 και 6 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, ληπτέα υπ’ όψιν κριτήρια όπως το εύρος της ως άνω εκτροπής και το μέγεθος των έργων που αυτή συνεπάγεται;». Τέλος, πρέπει να υποβληθεί το εξής προδικαστικό ερώτημα: 5) «Κατά την έννοια των άρθρων 3, 4 και 6 της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ, ερμηνευομένων υπό το φως της αρχής της αειφόρου αναπτύξεως όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 ΣυνθΕΚ, δύνανται οι αρμόδιες εθνικές αρχές να παράσχουν άδεια για την υλοποίηση ενός σχεδίου εκτροπής ύδατος εντός μιας περιοχής Natura 2000, μη άμεσα συνδεόμενου ή αναγκαίου για τη διατήρηση της συνοχής της περιοχής αυτής, όταν από την ΜΠΕ του εν λόγω σχεδίου προκύπτει ότι αυτό θα έχει ως συνέπεια την μετατροπή ενός φυσικού ποτάμιου οικοσυστήματος σε ανθρωπογενές ποτάμιο και λιμναίο οικοσύστημα;».