http://4epohes.com/articles/agronomist/6970-2011-09-14-14-59-40
Αναζήτηση Αναρτήσεων
Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2011
Κινητοποιήσεις εργαζομένων κατά συγχωνεύσεων
http://4epohes.com/articles/agronomist/6970-2011-09-14-14-59-40
Δευτέρα 3 Μαΐου 2010
Το Ινστιτούτο Χαρτογράφησης και Ταξινόμησης Εδαφών Λάρισας (ΙΧΤΕΛ) ενδιαφέρεται για την πρόσληψη με σύμβαση μίσθωσης έργου ενός Γεωπόνου ΠΕ
Οι εργασίες που θα του ανατεθούν είναι:
1. Επιλογή πιλοτικών αγρών, διεκπεραίωση εργασιών πεδίου (προετοιμασία, σπορά, φροντίδα καλλιέργειας).
2. Χαρτογράφηση εδάφους και διαχωρισμός σε ζώνες διαχείρισης.
3. Δειγματοληψίες και αναλύσεις εδαφών.
4. Εγκατάσταση υπέρυθρων αισθητήρων και χωρική παρακολούθηση της καλλιέργειας στις πιλοτικές περιοχές.
Tο χρονικό διάστημα της απασχόλησής του θα είναι από 15-5-2010 έως 31-9-2010.
Οι ενδιαφερόμενοι (Γεωπόνοι ΠΕ με ειδικότητα στην Εδαφολογία) καλούνται να προσέλθουν στα γραφεία του Ινστιτούτου ( Θεοφράστου 1, Τηλ. 2410 671290), να καταθέσουν τα παρακάτω δικαιολογητικά μέχρι Παρασκευή 7-5-2010.
1. Αίτηση
2. Βιογραφικό σημείωμα
3. Υπεύθυνη δήλωση στην οποία να βεβαιώνουν ότι τους τελευταίους 4 μήνες δεν απασχολήθηκαν κατά οιονδήποτε τρόπο σε υπηρεσία ή Ινστιτούτο του ΕΘΙΑΓΕ.
4. Οικονομική προσφορά
Τετάρτη 7 Απριλίου 2010
Αλλαγή φρουράς στη διοίκηση του ΕΘΙΑΓΕ
Άλλο ένα κομμάτι του πάζλ του διοικητικού μηχανισμού του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων συμπληρώθηκε με το διορισμό του νέου διοικητικού συμβουλίου του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας ΕΘΙΑΓΕ. Άλλος ένας καθηγητής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου αναλαμβάνει τη σκυτάλη της ηγεσίας του Οργανισμού. Πρόεδρος ορίζεται ο Κωνσταντίνος Τσιμπούκας του Γεωργίου, Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήμα Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης, Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, με αναπληρωτή τον Ροδιτάκη Νικόλαο του Εμμανουήλ, Γεωπόνος - Εντομολόγος, Ερευνητής.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, τα μέλη είναι τα εξής:
1. Πλατής Παναγιώτης του Δημητρίου, Δασολόγος-Ερευνητής, με αναπληρωτή την Μαλούπα Ελένη του Μιχαήλ, Γεωπόνο – Ερευνήτρια.
2. Φεγγερός Κωσταντίνος του Ιωάννη, Καθηγητής του Τμήματος Επιστήμης Ζωικής Παραγωγής και Υδατοκαλλιεργειών του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθήνας με αναπληρωτή τον Κοσμά Κωνσταντίνο του Σωτηρίου, Καθηγητής του Τμήματος Αξιοποίησης Φυσικών Πόρων και Γεωργικής Μηχανικής του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών
3. Χρηστάκης Δημήτριος του Αλκιβιάδη, υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Προϊστάμενος της Διεύθυνσης Τιμών Τροφίμων και Ποτών, με αναπληρωτή τον Κακαζιάνη Μιχαηλ του Γεωργίου, υπάλληλο του Υπουργείου Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, Προϊστάμενο της Διεύθυνσης Τιμών Βιομηχανικών Προϊόντων – Φαρμάκων
4. Μητρόπουλος Δημήτρης, Διευθυντής στη Διεύθυνση Υδατοκαλλιεργειών και Εσωτερικών Υδάτων του ΥΠΑΑΤ με αναπληρωτή τον Σωφρονά Αντώνη, Δ/ντής στη Διεύθυνση Αγροτικού Συνερ/σμού και Ομαδικών Δραστ/των του ΥΠΑΑΤ.
5. Νούσιας Βασίλης του Κωνσταντίνου, Οικονομολόγος με αναπληρωτή τον Βαβιά Σταύρο του Ιωάννη, Γεωπόνο.
6. Παπαγεωργίου Ανάργυρος, Διευθυντής στη Διεύθυνση Ζωικής Παραγωγής και Αξιοποιήσης Προϊόντων Αυτής, με αναπληρωτή την Βραϊλα – Ανέστη Φραγκίσκη, Δ/ντρια της Διεύθυνσης Κτηνιατρικής Επιθεώρησης Ελέγχου του ΥΠΑΑΤ.
7. Περίσσιος Παναγιώτης, Γεωπόνος με αναπληρωτή τον Μακρή Αλέξανδρο του Περικλή, Γεωπόνος.
8. Τον εκπρόσωπο του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΓΕΩΤ.Ε.Ε.), Κατή Νικόλαο, Γεωπόνο, Καθηγητή ΑΠΘ.
9. Ο Γενικός Διευθυντής του Ε.Θ.Ι.Α.Γ.Ε. με το νόμιμο αναπληρωτή του.
10. Μπακανδρίτσος Νικόλαος του Κωσταντίνου, εκπρόσωπος των ερευνητών του Ε.Θ.Ι.Α.Γ.Ε., με αναπληρωτή τον Τσόγκα Μιλτιάδη του Ιωάννη.
11. Γαλαμανώλης Χρήστος του Ιωάννη, εκπρόσωπος του μη ερευνητικού προσωπικού του Ε.Θ.Ι.Α.Γ.Ε. και των αποσπασμένων στο Ιδρυμα αυτό Υπαλλήλων, με αναπληρωτή τον Θεοχάρη Νικόλαο του Χρήστου.
12. Αλεξιάδης Γρηγόριος του Ιωάννη, Αγρότης, εκπρόσωπος της Πανελλήνιας Συνομοσπονδίας Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ.), με αναπληρωτή τον Γεωργιάδη Ηλία του Γεωργίου, συνεταιριστικό υπάλληλο.
13. Σαραντίτη Μαρία του Ιωάννη, υπάλληλος δημοσίου, εκπρόσωπος των Ενώσεων Καταναλωτών με αναπληρωτή την Χήρα Αριστέα του Χριστοφόρου, Γεωπόνο.
14. Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου ορίζεται ο Καθηγητής Βουλγαρίδης Ηλίας του Βασιλείου, με αναπληρωτή τον Καθηγητή Χυντήρογλου Χαρίτων-Σαρλ του Θεοδώρου.
Να σημειωθεί, τέλος, ότι από τη σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΘΙΑΓΕ - όπως αυτή ανακοινώθηκε από το ΥΠΑΑΤ- απουσιάζει ο Γενικός Διευθυντής Έρευνας του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, γεγονός που αποτελεί έκπληξη για την επιστημονική κοινότητα.
Επιστημονικό Συμβούλιο του ΕΘΙΑΓΕ – ΝΠΙΔ (7 μέλη)
1. Μπελιμπασάκη Κουρλετάκη Σοφία του Πέτρου, Κτηνίατρος - Ερευνήτρια με αναπληρώτρια την Ραδόγλου Καλλιόπη του Μιχαήλ, Δασολόγος - Ερευνήτρια.
2. Θεοχαρόπουλος Σιδέρης του Παναγιώτη, Γεωπόνος – Ερευνητής, με αναπληρωτή τον Καραθάνο Βάϊο του Θωμά, Χημικός Μηχανικός Καθηγητής Χαροκόπειου Πανεπιστήμιου Αθηνών.
3. Βουλγαρίδη Ηλία του Βασιλείου, Δασολόγο Καθηγητή ΑΠΘ με αναπληρωτή τον Χυντήρογλου Χαρίτων-Σαρλ του Θεοδώρου Βιολόγος, Καθηγητή ΑΠΘ
4. Ράλλης Τιμολέων Καθηγητής Κτηνιατρικής ΑΠΘ, με αναπληρωτή τον Τσακίρη Ιωάννη Γεωπόνο Καθηγητή Εφαρμογών ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας.
5. Βακαλουνάκης Δημήτριος του Ιωάννη Γεωπόνος- Ερευνητής με αναπληρωτή τον Μπούρμπο Ευάγγελο του Αντωνίου, Γεωπόνο – Ερευνητή.
6. Παπαχρήστου Θωμάς του Γεωργίου Ερευνητής.
7. Μαλλίδης Κωνσταντίνος του Γεωργίου με αναπληρωτές τους Ισραηλίδη Κλεάνθη του Ιωάννη και Καρυώτη Θεόδωρο του Κων/νου.
Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Ε.Θ.Ι.Α.Γ.Ε. ορίζεται ο Βουλγαρίδης Ηλίας του Βασιλείου, Δασολόγο Καθηγητή ΑΠΘ.
agronews.gr
Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2009
ΑΠΑΞΙΩΣΗ ΣΤΟ ΕΘΙΑΓΕ ΣΤΟ ΒΟΛΟ
Οι υπάλληλοι του ΕΘΙΑΓΕ αναγκάστηκαν να επιστρατεύσουν μέχρι και λεκάνες για να περισώσουν ότι μπορούν (δείτε σχετικά βίντεο ).
Το κτίριο στάζει νερό σε πολλά σημεία και κυρίως απο την οροφή του.
Είναι προφανές ότι η αδράνεια των ιθυνόντων απαξιώνει το ΕΘΙΑΓΕ .
Το κτίριο αποτελεί δημόσια περιουσία και αναμφισβήτητα πρέπει να συντηρηθεί και όχι να απειλεί τους υπαλλήλους καθώς είναι έτοιμο για κατάρευση κατά δήλωση των εμπειρογνωμόνων.
Ο Γεωπονικός Σύλλογος Μαγνησίας απο το 2007 είχε ενημερώσει σχετικά την προηγούμενη πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΑΤ.
Στο χθεσινό 3/12/2009 Διοικητικό Συμβούλιο του Γεωπονικού Συλλόγου Μαγνησίας αποφάσιστηκε ομόφωνα να δημοσιοποιηθούν οι απαράδεκτες εικόνες που επικρατούν, καθώς και να εφιστήσει ο Σύλλογος την προσοχή της νέας πολιτικής ηγεσίας, με επιστολή προς την Υπουργό κ. Μπατζελή και τον Υφυπουργό κ. Καρχιμάκη.
Ο Σύλλογος επιφυλλάσεται αν οι ενέργειες δεν είναι άμεσες να προσφύγει στην δικαιοσύνη κατά παντός υπευθύνου για την καταστροφή και την εγκατάλλειψη της Δημόσιας Περιουσίας.
Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2009
Μπορεί η λυματολάσπη να χρησιμοποιηθεί με ασφάλεια ως λίπασμα;
Δρ. Θόδ. Καρυώτης
Γεωπόνος-Εδαφολόγος του ΕΘΙΑΓΕ
Η χρησιμοποίηση των στερεών αστικών αποβλήτων στη γεωργία άρχισε να εφαρμόζεται στην Αριζόνα των ΗΠΑ από τη δεκαετία του 1960. Η λυματολάσπη, χρησιμοποιήθηκε επειδή περιέχει θρεπτικά στοιχεία για τις καλλιέργειες, ενώ η οργανική ουσία θεωρήθηκε ότι μπορεί να βελτιώσει τα εδάφη που κινδυνεύουν από την ερημοποίηση. Επίσης, εκτιμήθηκε ότι η χρήση της λυματολάσπης ως λιπάσματος θα μειώσει την εξάρτηση από τα συνθετικά λιπάσματα. και θα μειωθεί το κόστος παραγωγής. Η ελεγχόμενη χρήση της στη γεωργία μπορεί να βελτιώσει τη δομή του εδάφους, άρα να μειωθεί ο κίνδυνος διάβρωσης, ενώ αυξάνει την ικανότητα του εδάφους να κατακρατεί το νερό. Όμως, η εφαρμογή της λυματολάσπης στο έδαφος συνεπάγεται και προσθήκη ρυπαντών που περιέχονται σε αυτήν, οι οποίοι μπορούν να μεταφερθούν στον αέρα και το νερό ή ακόμη να εισαχθούν στην τροφική αλυσίδα. Mέχρι σήμερα, η Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν έδωσε ξεκάθαρη απάντηση για την πιο ενδεδειγμένη μέθοδο χρησιμοποίησης της λυματολάσπης.
Είναι γνωστό ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει τεράστιο πρόβλημα με τη διάθεση των αστικών αποβλήτων, ενώ η στρατηγική για τη μείωση των βιοαποδομήσιμων αποβλήτων στους ΧΥΤΑ (Κ.Υ.Α. 29407/3508/2002) προβλέπει μείωση στο 75% της συνολικής ποσότητας που είχαν παραχθεί το 1995, με βάση στοιχεία της Eurostat. Είναι φανερό ότι στο πρόβλημα πρέπει να αναζητηθεί άμεση και αποτελεσματική λύση. Στο άρθρο αυτό γίνεται μια προσπάθεια να απαντηθεί το ερώτημα της δυνατότητας ασφαλούς ή όχι χρησιμοποίησης της λυματολάσπης ως λιπαντικού υλικού στη γεωργία.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι τα στερεά αστικά απόβλητα μπορεί να περιέχουν θρεπτικά στοιχεία και οργανική ύλη, όμως περιέχουν παθογόνους οργανισμούς που μπορούν να μεταδόσουν ασθένειες, καθώς και τοξικές ενώσεις. Επομένως, η συνεχής χρησιμοποίηση της λυματολάσπης, εμπεριέχει κινδύνους που περιλαμβάνουν τη συσσώρευση βαρέων μετάλλων στα εδάφη και στη συνέχεια την πρόσληψή τους από τα φυτά, καθώς και τον κίνδυνο ρύπανσης των επιφανειακών και υπόγειων νερών.
Η απάντηση του Επιτρόπου κ. Δήμα (18 Σεπτεμβρίου 2007) σε σχετικό ερώτημα για τη χρήση της λυματολάσπης ήταν η εξής:
“H εναπόθεση λυματολάσπης στο έδαφος θεωρείται όλο και πιο προβληματική δεδομένου ότι δεν περιέχει μόνο ωφέλιμες οργανικές ουσίες, αλλά και βαρέα μέταλλα, δυσαποδόμητα οργανικά στοιχεία, ανθεκτικούς οργανικούς ρύπους, δυνητικά παθογόνους οργανισμούς, πολυανθεκτικούς ιούς και βακτηρίδια και χημικές ουσίες καθημερινής χρήσης στη βιομηχανία, στην ιατρική και στα νοικοκυριά, οι οποίες διοχετεύονται στο δημόσιο αποχετευτικό δίκτυο. Παρόλο που σε ορισμένα κράτη μέλη η κατάλληλη λυματολάσπη χρησιμοποιείται ως εδαφοβελτιωτικό υλικό, επιλέγονται και άλλες λύσεις. Η Επιτροπή θα δρομολογήσει μελέτη εκτίμησης των κινδύνων ώστε να συναγάγει συμπεράσματα ως προς τον προσδιορισμό των λιγότερο επικίνδυνων για την υγεία του ανθρώπου και το περιβάλλον επιλογών διαχείρισης της λυματολάσπης”.
Σύμφωνα με την Οδηγία 86/278/ΕΕ και με βάση την ΥΑ 80568/4225/91, υπάρχει πρόβλεψη για τα επίπεδα περιεκτικότητας βαρέων μετάλλων στη λυματολάσπη που πρόκειται να χρησιμοποπoιηθεί στα εδάφη, καθώς και οριακές τιμές για τα βαρειά μέταλλα που μπορούν να εισάγονται κατ' έτος στα προς καλλιέργεια εδάφη, στους βοσκότοπους.
Σύμφωνα με έκθεση της ΕΕ, οι νομοθεσίες αρκετών Κρατών-Μελών είναι πιο αυστηρές από τις απαιτήσεις της 86/278, ενώ η Ελλάδα, Ιρλανδία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Πορτογαλία και Ισπανία υιοθέτησαν τα ίδια όρια συγκέντρωσης βαρέων μετάλλων με εκείνα της Οδηγίας. Επισημαίνεται ότι στη Γαλλία, Ιταλία και Λουξεμβούργο, η νομοθεσία περιλαμβάνει και όρια για παθογενείς οργανισμούς. Επίσης, σε ορισμένες χώρες (Αυστρία, Βέλγιο, Δανία, Γαλλία, Γερμανία και Σουηδία) θεσπίσθηκαν όρια για τις οργανικές ενώσεις.
Όλα τα είδη της ιλύος (υγρή, ημι-στερεή, στερεή και ξηραμένη ιλύς) μπορoύν θεωρητικά να χρησιμοποιηθούν στη γεωργία, υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται τα παρακάτω:
1) περιορισμένη εισαγωγή βαρέων μετάλλων στην αγροτική γη
2) χαμηλή συγκέντρωση συνθετικών οργανικών ενώσεων στην ιλύ
3) ελάχιστη έως μηδενική έκθεση σε παθογενείς μικροοργανισμούς
4) μέτρα προστασίας των υπογείων και επιφανειακών υδάτων από την διασπορά στα εδάφη
Η χρήση της λυματολάσπης στη γεωργία πρέπει να αποφεύγεται στις παρακάτω περιπτώσεις:
• σε περιοχές που μπορεί να επηρεαστεί η ποιότητα των επιφανειακών και υπόγειων νερών
• σε λιβάδια στα οποία γίνεται βόσκηση ζώων
• σε καλλιέργειες κτηνοτροφικών φυτών αν η συγκομιδή γίνει μέσα σε τρεις εβδομάδες από την ημέρα εφαρμογής
• σε χωράφια με φυτείες φρούτων και λαχανικών
• σε χωράφια που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για παραγωγή φρούτων και λαχανικών τα οποία έρχονται σε επαφή με το χώμα και συνήθως καταναλώνονται ωμά, εκτός αν το υλικό προστεθεί τουλάχιστο 12 μήνες πριν από τη συγκομιδή
• σε γρασίδια, εκτός αν η λυματολάσπη προστεθεί τουλάχιστο 12 μήνες πριν τη χρησιμοποίησή τους
Η λυματολάσπη, εκτός των άλλων, περιέχει διοξίνες και βαρειά μέταλλα τα οποία σε μικρές ποσότητες ορισμένα (π.χ. χαλκός, ψευδάργυρος κ.λ.π.) είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη των φυτών. Όμως, μπορούν να εκπλυθούν και να μεταφερθούν στα επιφανειακά ή στα υπόγεια νερά, ειδικά στα αμμώδη εδάφη. Επίσης, μπορεί να περιέχει και άλλα στοιχεία όπως αρσενικό, κάδμιο, μόλυβδο και υδράργυρο, που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον λόγω της επίπτωσης στην εδαφική πανίδα. Ορισμένα βαρειά μέταλλα (νικέλιο και χρώμιο) είναι τοξικά για τα φυτά και μπορούν να προκαλέσουν σημαντική μείωση στην γεωργική παραγωγή, ενώ ο μόλυβδος, το κάδμιο και ο υδράργυρος δεν επιδρούν στην ανάπτυξη των φυτών, μπορούν όμως να προκαλέσουν βλάβες στην ανθρώπινη υγεία ή στα ζώα που καταναλώνουν τα φυτά.
Πειράματα που έγιναν στη Ιαπωνία (Πανεπιστήμιο Okayama, 2007) έδειξαν ότι η λυματολάσπη αλλάζει τις φυσικές, χημικές και βιολογικές ιδιότητες των εδαφών.
Πειράματα στην Αυστραλία έδειξαν ότι 44–55% της αμμωνίας που περιείχε η λυματολάσπη εξαερώθηκε μέσα σε 24 ώρες από την εφαρμογή στα εδάφη. Να υπενθυμίσουμε ότι η στρατηγική για την ατμοσφαιρική ρύπανση θέτει για το 2020 -ανάμεσα στους στόχους- τη μείωση των εκπομπών αμμωνίας κατά 27% σε σχέση με τις τιμές του 2000.
Να επισημανθεί ότι, οι ιδιοκτήτες γης δεν είναι πρόθυμοι να τη χρησιμοποιήσουν ως λίπασμα, ενώ τα τελευταία χρόνια κερδίζει έδαφος η δυνατότητα παραγωγής ενέργειας. Μελλοντικά, η λυματολάσπη αντί να εναποτίθεται στα χωράφια μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην παραγωγή ανακυκλώσιμων υλικών νέας τεχνολογίας, αφού τα ερευνητικά αποτελέσματα σε διεθνές επίπεδο θεωρούνται ασφαλή για τον άνθρωπο και το περιβάλλον (π.χ. φωτοβολταϊκά πλαίσια, πλακίδια στεγανοποίησης κλπ). Πάντως κατά τη διάρκεια της εφαρμογής της λυματολάσπης στα χωράφια είναι απαραίτητο να λαμβάνονται προστατευτικά μέτρα από τους χρήστες. Επιπλέον, πρέπει να συσταθεί (σε περιφερειακό επίπεδο) ένας αξιόπιστος μηχανισμός ελέγχου και παρακολούθησης, ο οποίος θα έχει την ευθύνη για τυχόν επιπτώσεις στην ποιότητα των φυσικών πόρων, για την προστασία της δημόσιας υγείας, για την οριοθέτηση των εκτάσεων που μπορούν να δεχθούν λυματολάσπη, για το είδος των καλλιεργειών, καθώς και για τον έλεγο της καταλληλότητας των αγροτικών προϊόντων που προορίζονται για ανθρώπινη κατανάλωση.
Τετάρτη 26 Αυγούστου 2009
Ορισμένες σκέψεις,μετά τις καταστρεπτικές πυρκαγιές στην Αττική απο τον Δασολόγος Ερευνητής ΕΘΙΑΓΕ Γιώργο Καρέτσο
Δράττομαι της «δυστυχίας» των ζοφερών τελευταίων ημερών και συγχωρήστε με αν και πάλι κάποια από τα λεγόμενά μου θεωρηθούν επαναλήψεις.
Πρώτον θα κάνω ορισμένες διαπιστώσεις:
Η χώρα μας διαθέτει δάση και δασικές εκτάσεις που καλύπτουν το 70% της χώρας.
Από αυτά τα ψηλά μας δάση καλύπτουν περίπου το 25% της χώρας
Και οι δύο προηγούμενες κατηγορίες δάση και δασικές εκτάσεις έχουν ισάξια οικολογική σημασία και σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να διαχωρίζονται.
Ένα επιπλέον ευτύχημα κατά την άποψή μου, είναι ότι τα δάση μας κατά ποσοστό 70% είναι δημόσια και τα υπόλοιπα ιδιωτικά, μοναστηριακά κλπ, πράγμα που αποτελεί πλεονέκτημα στη διαχείρισή τους και δεν προσκρούει σε ιδιωτικά συμφέροντα.
Τα τελευταία χρόνια η οικονομική σημασία των δασών έχει μειωθεί κυρίως από την φθηνή εισαγωγή ξυλείας και άλλων προϊόντων από άλλες χώρες.
Εμείς δεν καταφέραμε, όπως και στους άλλους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας μας, να αξιοποιήσουμε και να βελτιώσουμε την παραγωγική διαδικασία, ώστε να παράγουμε φθηνά και ποιοτικά δασικά προϊόντα, για διάφορους λόγους.
Φροντίσαμε αντίθετα να απαξιώσουμε και να καταστρέψουμε οποιαδήποτε κρατική εκμετάλλευση των δασών και των δασικών προϊόντων και να αναθέσουμε την εκμετάλλευση στους συνεταιρισμούς.
Γνωρίζουμε ότι όλες οι πανάκριβες συνεταιριστικές επενδύσεις σε εργοστασιακές υποδομές, απέτυχαν και όλες σχεδόν οι μονάδες αυτές έχουν εγκαταλειφθεί και απαξιωθεί.
Παρ’ όλα αυτά τα ελληνικά δάση κατέχουν τον ψηλότερο βαθμό βιοποικιλότητας στην Ευρώπη, διότι φιλοξενούν την πιο πλούσια χλωρίδα και πανίδα σε σχέση με την έκτασή της.
Την ευθύνη της διαχείρισης των δασών της χώρας την έχει (όπως φαίνεται τελείως λογικό) η Δημόσια Δασική Υπηρεσία, την οποία ίδρυσε η πολιτεία για το σκοπό αυτό.
Για την εν λόγω διαχείριση βαθμιαία θεσμοθετήθηκε ένα πολύπλοκο, ομολογουμένως, αλλά απαραίτητο νομικό πλαίσιο από την πολιτεία, για τη διαχείριση και την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων (τονίζω δημοσίων και μη) γενικότερα.
Αυτό σημαίνει ότι η πολιτεία, στην οποία ανήκει η πλειονότητα των δασών, έθετε στόχους και διέθετε δασική πολιτική, όπως κάθε ευνομούμενο κράτος.
Στο πλαίσιο αυτό, η άλλοτε ακμαία Δασική Υπηρεσία, διαχειρίστηκε με συνέπεια τη δημόσια γη, διάνοιξε το ορεινό δασικό δίκτυο, διευθέτησε και τιθάσευσε χιλιάδες καταστρεπτικούς χειμάρρους, διαχειρίστηκε, πρωτοποριακά για τα ευρωπαϊκά δεδομένα αειφορικά τα δάση μας, παρήγαγε δασικά προϊόντα, προστάτευσε τα δάση από την αλόγιστη βοσκή, τις υλοτομίες και τις καταπατήσεις, βελτίωσε τη μορφή τους, πραγματοποίησε εκτεταμένες αναδασώσεις και εξασφάλισε εργασία στον μαστιζόμενο τότε ορεινό πληθυσμό.
Δυστυχώς τα τελευταία 40 χρόνια, εγκαταλείπεται στην κυριολεξία σταδιακά κάθε κρατικό ενδιαφέρον για τα δάση και το περιβάλλον γενικότερα και αντιμετωπίζονται τα προβλήματα εντελώς αποσπασματικά και περιστασιακά, χωρίς πολιτική και στόχους.
Ιστορικά από τη μεταπολίτευση η κατάσταση έχει ως ακολούθως:
Τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης πρέπει να χαρακτηριστούν θετικά. Κατοχυρώνεται συνταγματικά (1975) η προστασία των δασών με δύο άρθρα. Δημιουργείται το Δασικό Κτηματολόγιο (1976) σε επιταγή του άρθρου 24 του συντάγματος, ψηφίζεται ο νόμος 998 «περί προστασίας δασών και δασικών εν γένει εκτάσεων» (1979).
Παράλληλα αρχίζουν τα ιδιωτικά συμφέροντα να συνειδητοποιούν ότι η δασική νομοθεσία είναι τροχοπέδη στην εκμετάλλευση της γης, η οποία αποκτά συν τω χρόνω τεράστια αξία και αρχίζει μια πρωτοφανής διαπάλη με στόχο την καταπάτηση δημοσίων εκτάσεων και την αποδέσμευση από το δασικό χαρακτήρα μεγάλων δημόσιων και μη εκτάσεων με διάφορα νομικά τεχνάσματα και την ίδρυση οικοδομικών συνεταιρισμών (126 μόνο στην Αττική).
Τα πρώτα σκοτεινά σημάδια για την επιβίωση των δασών αρχίζουν βέβαια από την εφαρμογή του δασολογίου, που χωλαίνει από νομική άποψη, εφόσον κανένας οριστικός δασικός χάρτης δεν κατάφερε να αναρτηθεί σε 20 χρόνια λειτουργίας του και από την εφαρμογή του 998, όταν εισάγεται ο όρος «χορτολιβαδικές εκτάσεις», προσπαθώντας να αποδεσμευτούν σημαντικές εκτάσεις από τη συνταγματική προστασία.
Η πολιτεία υποκύπτει σε πλειάδα ιδιωτικών συμφερόντων, που παρασύρουν πολιτικούς και υπηρεσιακούς παράγοντες, με αποτέλεσμα δημόσιες και ιδιωτικές δασικές εκτάσεις να αποδεσμευτούν από το δασικό χαρακτήρα, να πολεοδομηθούν και να χτιστούν, στις περισσότερες περιπτώσεις με έρμαια νομικά επιχειρήματα.
Επιχειρείται και πάλι η αποδέσμευση περίπου 40 εκατομμυρίων στρεμμάτων περίπου με το νομοσχέδιο «περί βοσκοτόπων» του 1988, που ευτυχώς κηρύσσεται από το ΣτΕ ως αντισυνταγματικό.
Η επίθεση δεν σταματά και επιχειρείται εκ νέου η αλλαγή των δύο άρθρων του συντάγματος δύο φορές από τα δύο κυβερνητικά σχήματα ΠΑΣΟΚ - Νέας Δημοκρατίας, χωρίς και πάλι να κατορθωθεί ουσιαστικά η ανατροπή της συνταγματικής προστασίας.
Επιπλέον μια σειρά νομοσχεδίων και νομικών τεχνασμάτων που εισάγονται, εγκλωβίζουν τη δασική υπηρεσία, η οποία αποδυναμωμένη από στελεχικό δυναμικό, αδυνατεί να ασχοληθεί με τη διαχείριση των δασών και αναλώνεται στη γραφειοκρατική διεκπεραίωση εγγράφων χαρακτηρισμού, τα οποία σωρεύονται κατά χιλιάδες στα πυρόπληκτα συνήθως δασαρχεία. Με ποιο προσωπικό θα επιτελέσει εν τέλει την αποστολή της;
Αντίθετα οι συνάδελφοι σύρονται στα δικαστήρια για να υποστηρίξουν την πλευρά του δημοσίου συμφέροντος χωρίς τη συνδρομή δικηγόρου του δημοσίου και αναλαμβάνουν οι ίδιοι τα όποια δικαστικά έξοδα, έχοντας και τη Δαμόκλειο σπάθη του εισαγγελέα.
Μόνιμο αίτημα των συναδέλφων δασολόγων, είναι η σύνταξη των δασικών χαρτών και του δασολογίου, που θα αποδέσμευε οριστικά τη δασική υπηρεσία από το τι είναι δάσος και τι όχι και σε ποιον επιτέλους ανήκει, αλλά καμιά κυβέρνηση δεν αναλαμβάνει να προχωρήσει σε μια τέτοια διαδικασία, με αποτέλεσμα τα προβλήματα να παραμένουν και να διαιωνίζονται.
Τι πρέπει να γίνει
Για να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα πρέπει πρώτα να καταλάβουμε όλοι σε βάθος πώς και γιατί δημιουργείται και στη συνέχεια να τολμήσουμε να προλάβουμε την ανάπτυξή του μέσα από την εφαρμογή κατάλληλων χωροταξικών, διαχειριστικών και δασοκομικών μέτρων. Στο σημείο αυτό καλό θα είναι να παραθέσουμε τις προτάσεις των ειδικών επιστημόνων για τις πυρκαγιές, που είδαν το φως της δημοσιότητας μετά τα τραγικά γεγονότα του καλοκαιριού του 2007, αλλά μάλλον χάθηκαν στον κυκεώνα των υπολοίπων σοβαρών και μη ανακοινώσεων των ΜΜΕ.
· Οι πυρκαγιές αποτελούν σημαντικό εθνικό πρόβλημα το οποίο έχει διογκωθεί σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια λόγω της ταύτισης της δασοπυρόσβεσης με την πυροπροστασία. Στην πραγματικότητα είναι δύο συμπληρωματικές συνιστώσες της διαχείρισης του προβλήματος των δασικών πυρκαγιών. Η μονοδιάστατη προσέγγιση στο πρόβλημα αυτό οδήγησε στα τραγικά τελευταία αποτελέσματα.
· Η εκδήλωση πυρκαγιών πολύ μεγάλου μεγέθους δεν αποτελεί συμπτωματικό χαρακτηριστικό του φετινού καλοκαιριού αλλά θα συνεχίζεται με ολέθρια κοινωνικά, οικολογικά και οικονομικά αποτελέσματα όσο δεν εφαρμόζονται δασοκομικές και διαχειριστικές πρακτικές που περιορίζουν την πιθανότητα εξέλιξης μιας πυρκαγιάς σε ΜΕΓΑ-ΠΥΡΚΑΓΙΑ.
· Η διαχείριση των πυρκαγιών και η προστασία των πολιτών θα πρέπει να ενσωματωθούν στο χωροταξικό σχεδιασμό της ελληνικής επικράτειας με τη δημιουργία σύγχρονων υπηρεσιακών δομών και υποδομών. Η πρόληψη της διόγκωσης του μεγέθους και της έκτασης των δασικών πυρκαγιών προϋποθέτει την άμεση επανεξέταση και αναθεώρηση του χωροταξικού σχεδιασμού και της πολιτικής της δασοπροστασίας στην Ελλάδα
· Η αντιμετώπιση των δασικών πυρκαγιών απαιτεί επανασχεδιασμό της πολιτικής δασοπροστασίας σε εθνικό επίπεδο ώστε να εξασφαλίζεται ενιαία διαχείριση του κύκλου πρόληψης, καταστολής και διαχείρισης των καμένων περιοχών. Η ολοκληρωμένη διαχείριση θα πρέπει να βασίζεται στο συντονισμό της συμμετοχής όλων των εμπλεκόμενων φορέων σύμφωνα με αρμοδιότητες και συμπληρωματικούς ρόλους που θα προσδιορίζονται με σαφήνεια στο πλαίσιο ενός ενιαίου εθνικού σχεδίου.
· Η πολιτεία πρέπει να εξετάσει, μετά και τον φετινό απολογισμό, τα αποτελέσματα της εφαρμογής του Νόμου 2612 του 1998 και να επαναφέρει σε συζήτηση την προσέγγιση του ομόφωνου πορίσματος της Διακομματικής Επιτροπής της Βουλής του 1993 για τη δημιουργία Ενιαίου Διεπιστημονικού Φορέα Πυροπροστασίας (με ενοποίηση της πρόληψης, καταστολής και μεταπυρικής αποκατάστασης των επιπτώσεων των πυρκαγιών)
· Η αποτύπωση και χαρτογράφηση των τύπων δασικής καύσιμης ύλης και η παρακολούθηση της συγκέντρωσης του φορτίου των καυσίμων σε εθνικό επίπεδο αποτελεί προτεραιότητα και προϋπόθεση της ορθολογικής και αποτελεσματικής αντιμετώπισης του προβλήματος. Η διαχείριση της δασικής καύσιμης ύλης θα πρέπει να προωθηθεί άμεσα σε συνεργασία της Δασικής Υπηρεσίας με τη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση και τους ΟΤΑ.
· Οι δυνατότητες της σύγχρονης τεχνολογίας και η υπάρχουσα τεχνογνωσία για την οργάνωση και το σχεδιασμό της προστασίας των δασών από τις πυρκαγιές με τη μορφή συστημάτων έγκαιρου εντοπισμού, εφαρμογών πληροφορικής για τη διαχείριση των δασικών πυρκαγιών και τεχνολογιών πυρόσβεσης θα πρέπει να αξιοποιηθούν σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.
· Η ανασυγκρότηση των καμένων περιοχών προϋποθέτει την αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης, την εκτίμηση και την ιεράρχηση των προβλημάτων που ενδέχεται να προκύψουν σε βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη βάση και την εκπόνηση ολοκληρωμένων σχεδίων με ορίζοντα 5ετίας και εικοσαετίας αντίστοιχα.
· Ο ευρύτερος σχεδιασμός θα πρέπει να λάβει υπ’ όψη του το ευάλωτο των καμένων οικοσυστημάτων και να εξασφαλίσει την προστασία τους από οικιστικές και κτηνοτροφικές πιέσεις αλλά και από διαβρωτικά και πλημμυρικά φαινόμενα
· Οι αναδασώσεις και η επανεγκατάσταση του δάσους στις καμένες εκτάσεις θα πρέπει να ενταχθούν σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο που θα αφορά τις ευρύτερες περιοχές που κάηκαν και η ανθρώπινη παρέμβαση θα πρέπει να περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου το φυσικό οικοσύστημα δεν μπορεί να επανέλθει από μόνο του. Η μεγάλη έκταση των περιοχών που κάηκαν και η δυσκολία φυσικής αναγέννησης που αναμένεται να εμφανίσουν ορισμένα από τα δασικά είδη που κάηκαν, είναι στοιχεία που θα πρέπει να αξιολογηθούν και να εξεταστούν ιδιαίτερα στο πλαίσιο των σχεδίων αναδάσωσης που θα εκπονηθούν και εφαρμοστούν.
· Θα πρέπει άμεσα να εκπονηθούν σχέδια για τον έλεγχο της εδαφικής διάβρωσης και την αντιπλημμυρική προστασία των περιοχών στα κατάντι αυτών που αποψιλώθηκαν από τις πυρκαγιές.
· Θα πρέπει να αναθεωρηθεί ο τρόπος σύνταξης των αντιπυρικών σχεδίων και να επεκταθούν με σχέδια αντιμετώπισης κρίσης από την εκδήλωση ΜΕΓΑ-ΠΥΡΚΑΓΙΩΝ σε Νομαρχιακό και Περιφερειακό επίπεδο.
· Ιδιαίτερη φροντίδα χρειάζεται να δοθεί επίσης στις επιπτώσεις του καπνού στην υγεία των πολιτών και των πυροσβεστών
· Τέλος θα πρέπει να ενισχυθεί και να προωθηθεί η ιδέα και η συμβολή του εθελοντισμού για την πρόληψη και προστασία των δασών από τις πυρκαγιές, καθώς και η ενημέρωση της κοινωνίας για ουσιαστική ενεργοποίηση της περιβαλλοντικής συνειδητοποίησης και ηθικής των Ελλήνων, όπως συμβαίνει στις περισσότερες από τις άλλες χώρες της ΕΕ.
Δρ. Γεώργιος Καρέτσος
Δασολόγος Ερευνητής του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών
Του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας