Μούρα,
κράνα, σπανάκι, ελαιόλαδο αλλά και ιπποφαές και σπιρουλίνα. Αυτά τα τρόφιμα
έχουν χαρακτηριστεί ως υπέρ-τρόφιμα (super foods), αφού σε μικρή ποσότητα
συγκεντρώνουν πλήθος ευεργετικών ουσιών. Το δε ενδιαφέρον της βιομηχανίας
φαρμάκων για την παρασκευή σκευασμάτων από υπέρ-τρόφιμα είναι πολύ
έντονο.
Η
κρανιά καλλιεργείται εδώ και μερικά χρόνια από τον Κωνσταντίνο Ντούλια, ο οποίος
«ανακάλυψε» και πατεντάρισε δύο ποικιλίες άγριας κρανιάς, τις οποίες και
αναπαράγει.
Εξαιρετικής
αντοχής φυτό, η κρανιά καλλιεργείται εδώ και μερικά χρόνια από τον Κωνσταντίνο
Ντούλια, ο οποίος «ανακάλυψε» και πατεντάρισε δύο ποικιλίες άγριας κρανιάς, τις
οποίες και αναπαράγει.
Στην Κυψέλη, στην Ημαθία, ο κ. Ντούλιας δραστηριοποιείται στον πολλαπλασιασμό, την επιλογή των ποικιλιών προς καλλιέργεια και τη δημιουργία 12 διαφορετικών υπέρτροφίμων από τους καρπούς. Αποτέλεσμα της πολύχρονης και επίπονης προσπάθειας είναι οι ποικιλίες «Ντούλια 1» και «Ντούλια 2», οι οποίες κατοχυρώθηκαν από το Κοινοτικό Γραφείο Φυτικών Ποικιλιών (CPVO). Διαθέτει πρότυπο συστηματικό βιολογικό κρανεώνα συνολικής έκτασης 16,5 στρμ. με στόχο την παραγωγή και εν συνεχεία τη μεταποίηση του καρπού σε συμπυκνωμένο εκχύλισμα, λικέρ, μαρμελάδα, κρανοποτό κ.ά.
Λόγω της ιδιότητάς του ως υπέρ τρόφιμο, το κράνο έχει κερδίσει μια θέση μεταξύ των πολλά υποσχόμενων εναλλακτικών καλλιεργειών. Το αυτόχθονο, μακρόβιο δέντρο, κατάλληλα προσαρμοσμένο στις εδαφικές και κλιματικές συνθήκες της χώρας, «λατρεύει» το υψόμετρο και απαντάται στα ορεινά και ημιορεινά της Ροδόπης, των Σερρών, της Ημαθίας, της Κοζάνης και αλλού.
Μια από τις σημαντικότερες χρήσεις της κρανιάς είναι η καλλωπιστική: Αποτελεί όμορφο φυτό, αφού ανθίζει μέσα στο χειμώνα, ενώ και την περίοδο ωρίμανσης των καρπών η κρανιά είναι ελκυστική.
Έρευνες απέδειξαν ότι τα κράνα έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε φλαβονοειδή, ανθοκυάνες και φαινολικά παράγωγα. Σε άλλες έρευνες βρέθηκε μεγάλη περιεκτικότητα σε σίδηρο αλλά και βιταμίνη C καθώς και υψηλή περιεκτικότητα σε ασκορβικό οξύ -περισσότερο από φράουλες, πορτοκάλια και ακτινίδια- καροτίνη και τανίνες.
Η κρανιά (Cornus mas L.) αυτοφύεται κυρίως στη βόρεια Ελλάδα και συναντάται σε άγρια μορφή. Τα άνθη της είναι μικρά, με διάμετρο 5-10 χιλιοστά, κίτρινα, σχηματίζοντας μπουκέτα, 10-25 άνθη μαζί και ανθίζουν στην καρδιά του χειμώνα πριν εμφανιστούν τα φύλλα του δέντρου.
Το κόστος της εγκατάστασης ενός κρανεώνα κυμαίνεται στα 500 ευρώ το στρέμμα, περίπου, τονίζει ο κ. Ντούλιας. Στο κόστος περιλαμβάνονται τα φυτά, η φύτευση και η προετοιμασία του χωραφιού. Το δε ενδιαφέρον για τα προϊόντα από κράνο είναι έντονο τόσο από την βιομηχανία τροφίμων όσο και από τη φαρμακοβιομηχανία, ωστόσο, η υφιστάμενη παραγωγή δεν επιτρέπει –προς το παρόν τουλάχιστον- την μεγάλη παρουσία στην αγορά. Σε ό,τι αφορά την αποδοτικότητα, η παραγωγή μπορεί να ξεπεράσει τους 2 τόνους το στρέμμα όταν τα φυτά βρίσκονται σε πλήρη ανάπτυξη (9-10 χρόνια).
Στην Κυψέλη, στην Ημαθία, ο κ. Ντούλιας δραστηριοποιείται στον πολλαπλασιασμό, την επιλογή των ποικιλιών προς καλλιέργεια και τη δημιουργία 12 διαφορετικών υπέρτροφίμων από τους καρπούς. Αποτέλεσμα της πολύχρονης και επίπονης προσπάθειας είναι οι ποικιλίες «Ντούλια 1» και «Ντούλια 2», οι οποίες κατοχυρώθηκαν από το Κοινοτικό Γραφείο Φυτικών Ποικιλιών (CPVO). Διαθέτει πρότυπο συστηματικό βιολογικό κρανεώνα συνολικής έκτασης 16,5 στρμ. με στόχο την παραγωγή και εν συνεχεία τη μεταποίηση του καρπού σε συμπυκνωμένο εκχύλισμα, λικέρ, μαρμελάδα, κρανοποτό κ.ά.
Λόγω της ιδιότητάς του ως υπέρ τρόφιμο, το κράνο έχει κερδίσει μια θέση μεταξύ των πολλά υποσχόμενων εναλλακτικών καλλιεργειών. Το αυτόχθονο, μακρόβιο δέντρο, κατάλληλα προσαρμοσμένο στις εδαφικές και κλιματικές συνθήκες της χώρας, «λατρεύει» το υψόμετρο και απαντάται στα ορεινά και ημιορεινά της Ροδόπης, των Σερρών, της Ημαθίας, της Κοζάνης και αλλού.
Μια από τις σημαντικότερες χρήσεις της κρανιάς είναι η καλλωπιστική: Αποτελεί όμορφο φυτό, αφού ανθίζει μέσα στο χειμώνα, ενώ και την περίοδο ωρίμανσης των καρπών η κρανιά είναι ελκυστική.
Έρευνες απέδειξαν ότι τα κράνα έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε φλαβονοειδή, ανθοκυάνες και φαινολικά παράγωγα. Σε άλλες έρευνες βρέθηκε μεγάλη περιεκτικότητα σε σίδηρο αλλά και βιταμίνη C καθώς και υψηλή περιεκτικότητα σε ασκορβικό οξύ -περισσότερο από φράουλες, πορτοκάλια και ακτινίδια- καροτίνη και τανίνες.
Η κρανιά (Cornus mas L.) αυτοφύεται κυρίως στη βόρεια Ελλάδα και συναντάται σε άγρια μορφή. Τα άνθη της είναι μικρά, με διάμετρο 5-10 χιλιοστά, κίτρινα, σχηματίζοντας μπουκέτα, 10-25 άνθη μαζί και ανθίζουν στην καρδιά του χειμώνα πριν εμφανιστούν τα φύλλα του δέντρου.
Το κόστος της εγκατάστασης ενός κρανεώνα κυμαίνεται στα 500 ευρώ το στρέμμα, περίπου, τονίζει ο κ. Ντούλιας. Στο κόστος περιλαμβάνονται τα φυτά, η φύτευση και η προετοιμασία του χωραφιού. Το δε ενδιαφέρον για τα προϊόντα από κράνο είναι έντονο τόσο από την βιομηχανία τροφίμων όσο και από τη φαρμακοβιομηχανία, ωστόσο, η υφιστάμενη παραγωγή δεν επιτρέπει –προς το παρόν τουλάχιστον- την μεγάλη παρουσία στην αγορά. Σε ό,τι αφορά την αποδοτικότητα, η παραγωγή μπορεί να ξεπεράσει τους 2 τόνους το στρέμμα όταν τα φυτά βρίσκονται σε πλήρη ανάπτυξη (9-10 χρόνια).
Η
Κίρκη ήξερε καλύτερα…
Γνωστός από την αρχαιότητα, ο καρπός της κρανιάς, το «κράνιον» κατά τον Θεόφραστο, ήταν εξαιρετική τροφή για τα γουρούνια. Ο Όμηρος αναφέρει ότι η φοβερή Κίρκη παρέθεσε στον Οδυσσέα και στην παρέα του για τροφή «καρπόν κρανείας και άκυλλον βάλανον», κράνα, δηλαδή, και πουρναρίσια βαλανίδια. Με το ξύλο της κρανιάς λέγεται πως κατασκευάστηκε ο Δούρειος Ίππος της Τροίας λόγω της αντοχής και της σκληρότητάς του ενώ τα δόρατα των αρχαίων θηρευτών και πολεμιστών του Μεγάλου Αλεξάνδρου προέρχονταν από κρανόξυλο.
Αργότερα, οι βοσκοί κατασκεύαζαν τις γκλίτσες τους από κρανόξυλο, και τα κράνα χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά για την για την παρασκευή ποτών, μαρμελάδας και γλυκών. Οι φαρμακευτικές ιδιότητες του κράνου ήταν γνωστές από πολύ παλιά. Ο φλοιός, οι βλαστοί και οι ρίζες χρησιμοποιούνταν ως αντιπυρετικά. Στις ορεινές περιοχές τα κράνα χρησιμοποιούνται κατά καρδιακών παθήσεων, κοιλόπονου, στομαχικών διαταραχών, ως χωνευτικά και ως τονωτικά. Ακόμα και σήμερα, το κράνο χρησιμοποιείται κατά εντερικών παθήσεων, λόγω της στυπτικότητάς του που οφείλεται στις τανίνες.
http://www.agronews.gr/
Γνωστός από την αρχαιότητα, ο καρπός της κρανιάς, το «κράνιον» κατά τον Θεόφραστο, ήταν εξαιρετική τροφή για τα γουρούνια. Ο Όμηρος αναφέρει ότι η φοβερή Κίρκη παρέθεσε στον Οδυσσέα και στην παρέα του για τροφή «καρπόν κρανείας και άκυλλον βάλανον», κράνα, δηλαδή, και πουρναρίσια βαλανίδια. Με το ξύλο της κρανιάς λέγεται πως κατασκευάστηκε ο Δούρειος Ίππος της Τροίας λόγω της αντοχής και της σκληρότητάς του ενώ τα δόρατα των αρχαίων θηρευτών και πολεμιστών του Μεγάλου Αλεξάνδρου προέρχονταν από κρανόξυλο.
Αργότερα, οι βοσκοί κατασκεύαζαν τις γκλίτσες τους από κρανόξυλο, και τα κράνα χρησιμοποιούνταν παραδοσιακά για την για την παρασκευή ποτών, μαρμελάδας και γλυκών. Οι φαρμακευτικές ιδιότητες του κράνου ήταν γνωστές από πολύ παλιά. Ο φλοιός, οι βλαστοί και οι ρίζες χρησιμοποιούνταν ως αντιπυρετικά. Στις ορεινές περιοχές τα κράνα χρησιμοποιούνται κατά καρδιακών παθήσεων, κοιλόπονου, στομαχικών διαταραχών, ως χωνευτικά και ως τονωτικά. Ακόμα και σήμερα, το κράνο χρησιμοποιείται κατά εντερικών παθήσεων, λόγω της στυπτικότητάς του που οφείλεται στις τανίνες.
http://www.agronews.gr/