Το αγρόκτημα του μέλλοντος από το πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Διαχειριστής ενός σημαντικού ευρωπαϊκού προγράμματος είναι το Κέντρο Έρευνας Τεχνολογίας και Ανάπτυξης Θεσσαλίας (Κ.Ε. ΤΕ. Α. Θ.). του πανεπιστημίου Θεσσαλίας, το οποίο αφορά το αγρόκτημα του μέλλοντος. To Future Farm (www.
futurefarm.eu) είναι ένα ευρωπαϊκό ερευνητικό πρόγραμμα, που έρχεται να δώσει απαντήσεις σε μια σειρά από ερωτήματα που προκύπτουν από τις διαφαινόμενες εξελίξεις στη γεωργία, στο μέλλον. Ένα μέλλον, που φαίνεται να περιλαμβάνει ολοένα μεγαλύτερη χρήση νέων τεχνολογιών, αυστηρότερους νόμους για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των καλλιεργειών και κανονισμούς για τις διάφορες πιστοποιήσεις.
Όσον αφορά δε τους τρόπους της καλλιέργειας, φαίνεται ότι όλο και περισσότερο οι καλλιεργητικές φροντίδες θα προσαρμόζονται στα διαφορετικά χαρακτηριστικά που έχει ο κάθε αγρός ανά περιοχές, με χρήση των τεχνικών της λεγόμενης γεωργίας ακριβείας.
Στο πλαίσιο του Future Farm, αναζητούνται τρόποι ενσωμάτωσης/διασύνδεσης των διαφορετικών πηγών πληροφορίας, που αναφέρθηκαν παραπάνω. Επιπλέον, διερευνάται η δυνατότητα χρησιμοποίησης γεωργικών ρομπότ (αυτόνομων οχημάτων) στις καλλιέργειες, η δυνατότητα χρήσης βιοκαυσίμων για τις ενεργειακές ανάγκες των καλλιεργειών καθώς και οι πιθανές κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις όλων των παραπάνω. Το Future Farm ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2008 και ολοκληρώνεται τον Δεκέμβρη του 2010. Χρηματοδοτήθηκε με τρία εκατομμύρια ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ένωση, στο πλαίσιο του 7ου ερευνητικού προγράμματος πλαισίου. Συμμετέχουν σ' αυτό 15 πανεπιστήμια και επιχειρήσεις από 10 χώρες μέλη της ευρωπαϊκής ένωσης. Διαχειριστής του έργου είναι το Κέντρο Έρευνας Τεχνολογίας και Ανάπτυξης Θεσσαλίας (Κ.Ε. ΤΕ. Α. Θ.).
Στην ομάδα των επιστημόνων που εμπλέκονται στο έργο μετέχουν οι: Simon Blackmore, ΚΕΤΕΑΘ, συντονιστής και επιστημονικός υπεύθυνος, Καθηγητής Θεοφάνης Γέμτος, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, ερευνητής και υπεύθυνος πακέτου εργασίας, ο Επίκουρος Καθηγητής Σπύρος Φουντάς, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, ερευνητής και υπεύθυνος πακέτου εργασίας, η Δρ. Κατερίνα Αγγελοπούλου, ερευνήτρια, Άννα Βατσανίδου, ερευνήτρια, Θανάσης Χατζηνίκος, υποψήφιος διδάκτορας, ερευνητής και Κατερίνα Αποστολίδη, υπεύθυνη διαχείρισης έργου. Τα υπόλοιπα πανεπιστήμια-ερευνητικά κέντρα είναι το Aarhus (Δανία), Κοπεγχάγη (Δανία), MTT (Φινλανδία), Ελσίνκι (Φινλανδία), Ρόστοκ (Γερμανία), ZALF (Γερμανία), Αριστοτέλειο Θεσσαλονίκης (Ελλάδα), Μπασιλικάτα (Ιταλία), Βαγκένινγκεν (Ολλανδία), Αλμέρια (Ισπανία), Κράνφιλντ(Ηνωμένο Βασίλειο). Επειδή τα συμπεράσματα της έρευνας πρέπει να ελέγχονται και να δοκιμάζονται σε πραγματικές συνθήκες, αντιπροσωπευτικές για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, στο Future Farm συμμετέχουν και 4 πειραματικά αγροκτήματα.
Τα αγροκτήματα Μπράμστραπ (Δανία)- αγρόκτημα συνολικής καλλιεργούμενης έκτασης 3350 στρεμμάτων στην οποία παράγονται δημητριακά , ζαχαρότευτλα και άλλα προϊόντα βιολογικής γεωργίας με χρήση σύγχρονων τεχνολογιών και προσανατολισμό στην υψηλή ποιότητα των προϊόντων της. Μαρκινός (Ελλάδα) - οικογενειακό αγρόκτημα 1200 στρεμμάτων που παράγει κυρίως βαμβάκι με χρήση τεχνολογιών γεωργίας ακριβείας λόγω μεγάλης παραλλακτικότητας. WiMex (Γερμανία) - αγρόκτημα συνολικής έκτασης 67.000 στρεμμάτων στο οποίο παράγονται κυρίως σιτάρι, ελαιοκράμβη, καλαμπόκι, πατάτες και υψηλής ποιότητας λαχανικά. Γίνεται εκτεταμένη χρήση τεχνικών γεωργίας ακριβείας. MESPOL MEDLOV (Τσεχία) - αγρόκτημα συνολικής έκτασης 14.880 στρεμμάτων στο οποίο καλλιεργούνται χειμερινό σιτάρι, κριθάρι, χειμερινή ελαιοκράμβη, ζαχαρότευτλα κ.α. Στα πιο πάνω αγροκτήματα χρησιμοποιούνται εκτεταμένα τεχνικές γεωργίας ακριβείας.
Ειδικότερα, το πρόγραμμα μελετά συγκεκριμένα αντικείμενα:
Τα στοιχεία της παγκόσμιας και ευρωπαϊκής οικονομίας που θα διαμορφώσουν το αγρόκτημα του μέλλοντος.
Τις στρατηγικές που ακολουθεί ο κάθε αγρότης για την παραγωγική διαδικασία.
Τα συστήματα πιστοποίησης της παραγωγής και της συμμόρφωσης με τους κανόνες της ΕΕ.
Την ανάπτυξη συστημάτων παρακολούθησης των εργασιών του αγροκτήματος και τη καταγραφή σε βάσεις δεδομένων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο από τους ίδιους τους αγρότες όσο και από τις ελεγκτικές υπηρεσίες για αυτοματοποίηση της λήψης αποφάσεων και τη δυνατότητα των αγροκτημάτων να παράγουν ενέργεια για τις μεταφορές και τη δυνατότητα ανάπτυξης αυτόνομων οχημάτων που να εκτελούν τις εργασίες χωρίς χειριστές.
Σύμφωνα με τον καθηγητή κ. Γέμτο, ένα βασικό πρόβλημα που αντιμετωπίζεται πια στη γεωργία ακριβείας είναι η αξιοποίηση πληροφορίας, που προέρχεται από διαφορετικές πηγές, είτε αυτή είναι σε ψηφιακή μορφή είτε όχι.
Η πλειοψηφία των ευρωπαίων παραγωγών θα κληθούν μελλοντικά να λαμβάνουν αποφάσεις για τις καλλιεργητικές τους φροντίδες, με βάση μια πληθώρα δεδομένων από διαφορετικές πηγές.
Οι αυριανοί γεωργοί -διαχειριστές των αγροκτημάτων θα πρέπει όταν παίρνουν αποφάσεις για την καλλιέργειά τους να λαμβάνουν υπόψη: την κατάσταση της αγοράς και τις τιμές, τις οδηγίες και τους περιορισμούς που επιβάλλουν οι νόμοι/οδηγίες τόσο στη χώρα τους όσο και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα δεδομένα που θα προκύπτουν από συστήματα αισθητήρων που θα είναι εγκατεστημένοι στον ίδιο τους τον αγρό, τα υφιστάμενα πρότυπα διαχείρισης των καλλιεργειών και άλλες ακόμα πληροφορίες. Και όλα αυτά στα πλαίσια μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής διεθνούς αγοράς. Είναι προφανές- συνεχίζει ο καθηγητής- ότι όλες οι νέες απαιτήσεις της αγροτικής πολιτικής και οι νέες τεχνολογίες θα διαμορφώσουν αγροκτήματα αρκετά διαφορετικά από τα υπάρχοντα.
Για να μελετηθούν οι νέες αυτές δυνατότητες, η Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο του 7ου Προγράμματος Πλαισίου για την Έρευνα χρηματοδότησε μια ομάδα Πανεπιστημίων, Ερευνητικών Κέντρων και Επιχειρήσεων με συντονιστή τον καθηγητή Blackmore και το ΚΕΤΕΑΘ να κάνει τη σχετική έρευνα.
© 2010 ΑΘΗΝΑΪΚΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ - ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ ΕΙΔΗΣΕΩΝ